Κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί μια τέτοια εξέλιξη, όταν στην αρχή της ασυγκομιδής το ελαιόλαδο «έφευγε» σε τιμές από 4,5 έως 5 ευρώ/κιλό και όλοι έσπευδαν να εκμεταλλευτούν την ευκαιρία. Οι πρώτες εκτιμήσεις, κατά τους καλοκαιρινούς μήνες έδειχναν ότι η νέα χρονιά θα είναι εξίσου κακή, αν όχι χειρότερη για τους Ισπανούς, των οποίων η παραγωγή αποτελεί «ανεμοδείκτη» για την τιμή του προϊόντος στη διεθνή αγορά, επηρεάζοντας και τη χώρα μας.
Σε ό,τι αφορά την εκτίμηση για την εγχώρια παραγωγή, υπενθυμίζεται ότι σύμφωνα με πρόσφατο εκτενές ρεπορτάζ της «ΥΧ» ανά τις ΔΑΟΚ της χώρας, η παραγωγή της Ελλάδας αναμένεται να κυμανθεί πάνω από τους 215.000 τόνους, μειωμένη περίπου κατά 36,4% σε σύγκριση με πέρσι. Η «ΥΧ» συνομίλησε με Έλληνες και άλλους Ευρωπαίους παραγωγούς, συνεταιριστές και εκπροσώπους της βιομηχανίας σε μια προσπάθεια να απαντήσει στα μεγάλα ερωτήματα των ημερών που αφορούν το ελαιόλαδο.
Με τις παρούσες εξελίξεις είναι εύλογο μεγάλος αριθμός αγροτών να βρίσκεται σε εγρήγορση, προσδοκώντας να πουλήσει το λάδι της νέας συγκομιδής με τιμές από εκεί που σταμάτησε η προηγούμενη σεζόν. Την ίδια στιγμή, βιομηχανία και εμπόριο παρακολουθούν προσεκτικά τις εξελίξεις, την ώρα που στους καταναλωτές αυξάνεται ο προβληματισμός.
Από τα 8 ευρώ η αφετηρία της νέας σεζόν
Ο Γιάννης Πάζιος, αναπληρωτής γενικός διευθυντής στην «Ένωση Μεσσηνίας», δήλωσε στην «ΥΧ»: «Αυτήν τη στιγμή, στις συζητήσεις γίνεται λόγος για τιμή εκκίνησης στα 7,5 με 8 ευρώ/κιλό για το έξτρα παρθένο. Το κλίμα που επικρατεί είναι αισιόδοξο για τους παραγωγούς, αν και θα πρέπει να θυμίσουμε ότι πέρσι οι περισσότεροι πούλησαν τους πρώτους μήνες της ελαιοκομικής περιόδου σε αρκετά χαμηλότερες τιμές.
Σε ό,τι αφορά την παραγωγή, ως νομός, έχουμε μεν κάποια θέματα, αλλά δεν είναι τόσο σοβαρά, ώστε να πούμε ότι η μείωση στην παραγωγή θα είναι καταστροφική (σ.σ. το ρεπορτάζ της ‘‘ΥΧ’’ οριοθετεί την παραγωγή στους 52.000 τόνους)».
Ο Νίκος Γραμματικάκης, πρόεδρος της Κοινοπραξίας Αγροτικών Συνεταιρισμών της Επιδαύρου Λιμηράς Λακωνίας (ΚΑΣΕΛΛ), μας είπε σχετικά: «Μπορεί να έχουμε μια μείωση της κατανάλωσης στο εξωτερικό γύρω στο 20%, αλλά αυτό δεν λέει κάτι. Η ουσία είναι η εξής: Η κατανάλωση πέφτει διαρκώς και σε σημαντικά ποσοστά.
Ωστόσο, οι απώλειες και φέτος στην ισπανική, αλλά και στην παγκόσμια αγορά ελαιολάδου είναι τόσο μεγάλες που ακόμη δεν μπορεί να ικανοποιηθεί η ζήτηση. Με βάση τα περσινά δεδομένα, από την αγορά έλλειψαν 1.000.000 τόνοι. Είναι πολύ μεγάλο νούμερο. Κανείς δεν μπορεί να απαντήσει με βεβαιότητα από πού θα ξεκινήσει η χρονιά. Τη φετινή σεζόν, με τις υπάρχουσες πληροφορίες υπάρχει το ενδεχόμενο να έχουμε περαιτέρω μείωση με ήδη λιγοστά αποθέματα. Επομένως, μπορεί να πάμε στα 8, μπορεί στα 9 ευρώ, αλλά και παραπάνω, τίποτα δεν θα μου προκαλέσει έκπληξη».
Ο γενικός διευθυντής του ΣΕΒΙΤΕΛ, Γιώργος Οικονόμου, κατέθεσε την άποψή του στην «ΥΧ»: «Τις τελευταίες ημέρες, παρατηρούμε κάποια δημοσιεύματα με ακραίες προσεγγίσεις από μερίδα του Τύπου και εξωπραγματικές τιμές, τα οποία ξεχνούν τη διάσταση του καταναλωτή.
Από τη στιγμή που έχει διαμορφωθεί ένα επίπεδο της τάξης των 8 ευρώ/κιλό, είναι δύσκολο κανείς να θεωρήσει ότι αυτό θα μειωθεί, εκτός και αν κανείς υπέθετε ότι θα υπάρχει τεράστια προσφορά και αποθέματα στις αποθήκες των ελαιοτριβέων, των εμπόρων και των παραγωγών. Βάσει και των πληροφοριών που έρχονται από την Ισπανία, θεωρώ ότι κανένας παραγωγός δεν θα θελήσει να δώσει το λάδι του κάτω από 8 ευρώ. Οπότε το να πάμε σε τιμές επιπέδων 5, ή 6 ευρώ το θεωρώ από δύσκολο έως αδύνατον».
Ο ίδιος βάσει πληροφοριών του οριοθέτησε την επερχόμενη παραγωγή στην Ισπανία κοντά στους 650.000 τόνους, δηλαδή οριακά μειωμένη σε σύγκριση με την περσινή πολύ κακή για τους Ισπανούς χρονιά. Όπως πρόσθεσε, «για την Ελλάδα, η εκτίμηση παραγωγής του ΣΕΒΙΤΕΛ για τη νέα ελαιοκομική περίοδο (2023/2024) είναι μειωμένη κατά 120.000 τόνους σε σχέση με την περίοδο 2022/2023, δηλαδή θα φτάσει τους 220.000 τόνους».
Αυξάνονται οι επιπτώσεις στην αγορά
Παρά το γεγονός ότι οι αγρότες δικαιολογημένα νιώθουν ικανοποίηση με τις εξελίξεις της αγοράς (τουλάχιστον όσοι καταφέρουν να έχουν ικανοποιητική συγκομιδή) και στις μεταξύ τους συζητήσεις θεωρούν ότι επιτέλους θα «βγάλουν τα σπασμένα», η… μη κανονικότητα που επικρατεί δημιουργεί προβλήματα στους καταναλωτές που βλέπουν την αγοραστική τους δύναμη να έχει περιοριστεί (χωρίς φυσικά να ευθύνονται οι παραγωγοί γι’ αυτό).
Επιπλέον, έμπειροι συνεταιριστές εκφράζουν την ανησυχία τους σχετικά με τις επιπτώσεις που ήδη παρατηρήθηκαν από την περσινή εμπορική περίοδο στις εξαγωγές τυποποιημένου ελαιολάδου, αλλά και για τον φόβο οι παραγωγοί να παρασυρθούν στη γενικότερη ευφορία που επικρατεί και να μην κοιτάξουν πέρα από το εγγύς μέλλον.
Ο πρόεδρος της ΕΑΣ Σητείας, Μανόλης Μαυροματάκης, δήλωσε στην «ΥΧ»: «Βλέπω ανθρώπους που ασχολούνται χρόνια με το ελαιόλαδο και συναδέλφους που κάνουν προβλέψεις για εντυπωσιακά υψηλές τιμές. Δεν νομίζω ότι αυτό βοηθάει την κατάσταση. Επειδή έχουμε ζήσει διάφορες καταστάσεις στο παρελθόν, θα σας πω τα εξής: Πέρυσι, το δικό μου λάδι το έδωσα στα 5,15 ευρώ/κιλό. Με ρωτούσαν τότε οι παραγωγοί “τι να κάνω, να πουλήσω ή να το κρατήσω;’’, και απαντούσα “αν βρέξει στην Ισπανία, η τιμή θα πέσει, αν όχι θα ανέβει, επομένως κάντε ό,τι κρίνετε’’. Με αυτό θέλω να πω ότι τα πράγματα είναι ιδιαίτερα αβέβαια. Θα πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί, ιδιαίτερα όσοι εκπροσωπούμε μέλη συνεταιρισμών. Δεν μπορεί ο καθένας να βγαίνει και να παίρνει στον λαιμό του τον αγρότη».
Ο ίδιος έκανε λόγο για μείωση της κατανάλωσης έως και 50% βάσει των στοιχείων της ΕΑΣ Σητείας, η οποία δεν μπορεί παρά να προβληματίζει: «Για να είμαστε ξεκάθαροι, τα νούμερα διαφοροποιούνται ανάλογα με το τι συζητάμε. Αν μιλάμε για έξτρα παρθένο, τα στοιχεία μας είναι αυτά που σας ανέφερα.
Αν βάζουμε και τα άλλα λάδια διάφορων ποιοτήτων, τότε μπορεί η μείωση να είναι αρκετά χαμηλότερη. Ο κόσμος, πάντως, δεν καταναλώνει τις ποσότητες που κατανάλωνε μέχρι πέρσι. Ακόμα και εμείς οι αγρότες που παράγουμε το δικό μας ελαιόλαδο προσέχουμε και το μετράμε διαφορετικά πλέον».
Επιπλέον επίπτωση της κατάστασης, κατά τον ίδιο, είναι «η δυσκολία στην επίτευξη συμφωνιών για τη νέα σεζόν, καθώς οι αγοραστές ελαιολάδου στο εξωτερικό αρχίζουν και εκφράζουν ολοένα και περισσότερο τον προβληματισμό τους. Η ποσότητα είναι διασφαλισμένη, όμως η ζήτηση αρχίζει και υφίσταται κάμψη, τα συμβόλαια εκτελούνται με μέτρο».
Περισσότερα ως προς τις επιπτώσεις στους καταναλωτές αλλά και στις επιχειρήσεις, καθώς και για την εκτιμώμενη εξέλιξη των τιμών στο ράφι, δήλωσε στην «ΥΧ» ο κ. Οικονόμου: «Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι οι τρέχουσες τιμές, όπως διαμορφώνονται, οδηγούν με βεβαιότητα στη μείωση της κατανάλωσης ελαιολάδου τόσο σε εθνικό όσο και σε επίπεδο ΕΕ.
Απαιτείται η προσοχή όλων των εμπλεκομένων στον τομέα, προκειμένου η αγορά να σταθεροποιηθεί και το ελαιόλαδο να παραμείνει πρώτη επιλογή του καταναλωτή. Σε εγχώριο επίπεδο, το τελευταίο τετράμηνο συγκριτικά με το αντίστοιχο περσινό, η μείωση της κατανάλωσης βρίσκεται στο 15% έως 20%, σύμφωνα με τα στοιχεία μας. Οι αυξημένες τιμές παραγωγού από την περσινή χρονιά δεν έχουν περάσει πλήρως στο ράφι και οι αλυσίδες δεν είναι ευχαριστημένες. Τα σούπερ μάρκετ θεωρούν ότι έχουν εξαντλήσει κάθε περιθώριο και θα υπάρξουν νέες ανατιμήσεις στη λιανική τον Σεπτέμβριο.
Υπάρχει, πάντως, μεγάλη αγωνία και στους εγχώριους εξαγωγείς τυποποιημένου ελαιολάδου, καθώς οι Ευρωπαίοι εισαγωγείς αντιδρούν. Η πολιτεία θα πρέπει να συνδράμει σε όλη αυτή την κατάσταση. Ως ΣΕΒΙΤΕΛ έχουμε προτείνει μέτρα προς αυτή την κατεύθυνση».
Αναζητείται η ισορροπία σε μια ρευστή κατάσταση
Ο Γιάννης Πάζιος από την «Ένωση Μεσσηνίας» δήλωσε: «Δεν ξέρουμε πότε θα έρθει το σημείο ισορροπίας στην αγορά, γιατί κάποια στιγμή είναι δεδομένο ότι λόγω μειωμένης κατανάλωσης, η αγορά θα “μαζευτεί”. Δεν έχει διαμορφωθεί ακόμα αυτό το σημείο ισορροπίας. Υπάρχουν κάποιοι μήνες σίγουρα μπροστά μας και θα πρέπει να δούμε και τη συμπεριφορά των μεγάλων παικτών, των αλυσίδων με τα μεγάλα συμβόλαια πώς θα συμπεριφερθούν, γιατί καταλαβαίνουμε ότι οι τιμές είναι εξωπραγματικές σε σύγκριση με τα συμβόλαια που συνάπτονταν τα προηγούμενα χρόνια.
Επίσης, δεν ξέρουμε πώς θα αντιδράσει η αγορά, αν η Ισπανία αναζητήσει ποσότητες που της λείπουν από Τυνησία και Τουρκία. Ωστόσο, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, δεν προκύπτει ότι το μεγάλο κενό της Ισπανίας μπορεί να καλυφθεί από αυτές τις χώρες».
Ο πρόεδρος της ΚΑΣΕΛΛ εξέφρασε τον προβληματισμό του, όταν και αν έρθει η στιγμή της απότομης πτώσης, όπως είχε γίνει και παλαιότερα: «Έχουμε μπροστά μας ακόμα καιρό όπου η τάση της αγοράς θα παραμένει ανοδική. Ωστόσο, η ιστορία δείχνει ότι κάποια στιγμή το πράγμα θα… κλωτσήσει. Το 1993 είχε γίνει κάτι παρόμοιο, το 2004 επίσης. Αν η κατανάλωση φύγει και πάει στα σπορέλαια, μετά θα πρέπει να βρεις έναν τρόπο να δελεάσεις τον καταναλωτή. Λέμε για τουλάχιστον έναν χρόνο ανοδική τάση, με τη λογική ότι θα περιμένουμε την ανθοφορία στην Ισπανία. Το τι θα προκύψει τότε, δεν το ξέρει όμως κανείς».
Οι εκτιμήσεις για την Ισπανία και τους υπόλοιπους παίκτες
Η «ΥΧ» συνομίλησε με τον μεγάλο συνεταιριστικό οργανισμό Cooperativas Agro-alimentarias, που εκπροσωπεί 3.600 συνεταιρισμούς, με τζίρο 38,4 δισ. ευρώ και δραστηριότητα, μεταξύ άλλων, στους κλάδους του ελαιολάδου και της επιτραπέζιας ελιάς. Ζητήσαμε από το τμήμα ελαιολάδου μια εκτίμηση για την παραγωγή της νέας ελαιοκομικής περιόδου στην Ισπανία. Ο Juan Manuel Idalgo Perez, επικεφαλής του τμήματος, δήλωσε στην «ΥΧ»: «Oι αρχικές εκτιμήσεις για την ισπανική παραγωγή της περιόδου 2023/2024 κινούνται μεταξύ 700.000 και 740.000 τόνων. Πιο ακριβείς εκτιμήσεις θα είναι διαθέσιμες προς τα τέλη Σεπτεμβρίου. Ως προς τα αποθέματα, αυτήν τη στιγμή υπολογίζονται σε 383.000 τόνους, ενώ έως τα τέλη Σεπτεμβρίου αναμένεται να έχουν μειωθεί και να προσεγγίσουν τους 250.000 τόνους».
Σε ερώτησή μας ποια είναι η εκτίμησή του αναφορικά με το σενάριο η Ισπανία να αναζητήσει ποσότητες από χώρες εκτός Ευρώπης, η απάντηση που μας δόθηκε ήταν η εξής: «Η Tυνησία είναι τακτικός προμηθευτής ελαιολάδου στην Ισπανία και η Τουρκία ήταν επίσης προμηθευτής φέτος. Η σημασία των εισαγωγών από αυτές τις χώρες στην ισπανική αγορά θα εξαρτηθεί από τις τελικές παραγωγές που θα επιτευχθούν, οι οποίες πάντως, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία των κρατικών αρχών τους, δεν φαίνονται ιδιαίτερα αισιόδοξες.
Αξίζει να σημειωθεί ότι, προς το παρόν, οι εξαγωγές “χύμα” ελαιολάδου από την Τουρκία απαγορεύονται με δική τους απόφαση. Σε κάθε περίπτωση, σαφώς δεν θα είναι σε θέση να αντισταθμίσουν τη μείωση της παραγωγής και των αποθεμάτων με βάση ένα μέσο σενάριο παραγωγής για την Ισπανία».
Σε ό,τι αφορά την Ιταλία, σύμφωνα με πρόσφατη συνάντηση που πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο των εξελίξεων της αγοράς ελαιολάδου υπό την DG AGRI, σημειώθηκε ότι δεν αναμένεται μεγάλη βελτίωση από την περσινή χρονιά, όπου η παραγωγή παρουσίασε μείωση 40% σε σύγκριση με τον Ιούνιο του 2022, φτάνοντας τους 235.000 τόνους. Στην Πορτογαλία, μετά την ιδιαίτερα αρνητική περσινή χρονιά, οι εκτιμήσεις δίνουν αυξημένες ποσότητες, στους 150.000 τόνους.
Ως προς τους παίκτες εκτός ΕΕ, οι εκτιμήσεις δίνουν ανάκαμψη για την Τυνησία, που αναμένεται να συγκομίσει 250.000 τόνους, από 180.000 που παρήχθησαν πέρσι. Ερωτηματικό παραμένει η Τουρκία, που πέρσι παρουσίασε αυξημένη παραγωγή και τα τελευταία χρόνια παίζει στα επίπεδα των 200.000 τόνων.
Eξέλιξη τιμής παραγωγού από 19 έως 25/07/23
Πηγή: ΣΕΔΗΚ