Η πτώση παραγωγής άγγιξε περίπου το 40%, ενώ αυτή της κατανάλωσης θα μπορούσε να είναι περίπου 11%
Σύμφωνα με την τελευταία έκθεση βραχυπρόθεσμων προοπτικών της Γενικής Διεύθυνσης Γεωργίας και Ανάπτυξης της ΕΕ, η παραγωγή ελαιολάδου της ΕΕ αναμένεται να σημειώσει χαμηλό ρεκόρ το 2022-23 (1,4 εκατομμύρια τόνοι, -39% σε σχέση με πέρυσι) κυρίως λόγω της μειωμένης παραγωγής στην Ισπανία, οδηγώντας έτσι σε υψηλότερες τιμές.
Μεταξύ των βασικών χωρών παραγωγής στην ΕΕ, η Ελλάδα ήταν η μόνη που κατέγραψε αύξηση (+42%), η οποία δεν ήταν αρκετή για να αντισταθμίσει τις απώλειες που καταγράφηκαν σε άλλες χώρες παραγωγής. Στην Ιταλία και την Πορτογαλία, μια ορισμένη μείωση αποδίδεται επίσης στην εναλλαγή (παρενιαυτοφορία), ενώ η Ισπανία υπέστη τα περισσότερα από την έλλειψη βροχοπτώσεων κατά την ανθοφορία και τη συνακόλουθη διαθεσιμότητα νερού για άρδευση.
Η χαμηλότερη διαθεσιμότητα, σε συνδυασμό με το υψηλό κόστος των εισροών, οδηγεί σε υψηλότερες τιμές παραγωγού, οι οποίες μεταβιβάζονται κατά μήκος της αλυσίδας εφοδιασμού και οδηγεί σε υψηλότερες τιμές καταναλωτή και εξαγωγών. Ως αποτέλεσμα, τόσο η κατανάλωση όσο και οι εξαγωγές της ΕΕ αναμένεται να μειωθούν (μετά από ένα επίπεδο ρεκόρ εξαγωγών που καταγράφηκε το 2022). Η πτώση θα μπορούσε να είναι περίπου 11%.
Ο πληθωρισμός των τροφίμων παραμένει σε υψηλά επίπεδα, με τις μέσες τιμές των τροφίμων στην ΕΕ να είναι 19,5% υψηλότερες τον Φεβρουάριο του 2023 από ό,τι τον Φεβρουάριο του 2022. Οι καταναλωτές αναμένεται να επικεντρώσουν τις αγορές τους στα φθηνότερα και πιο βασικά τρόφιμα αλλάζοντας προτιμήσεις μεταξύ διαφορετικών ειδών τροφίμων, για παράδειγμα, τρώγοντας περισσότερα πουλερικά και λιγότερο βόειο κρέας. Παρά τις παρατηρούμενες μειώσεις σε ορισμένα κόστη εισροών, οι τιμές των τροφίμων αναμένεται να παραμείνουν υψηλές για κάποιο χρονικό διάστημα προτού υποχωρήσουν.
Οι εξαγωγές ελαιολάδου της ΕΕ προς Γ΄ χώρες είναι πιθανό να φτάσουν τους 60.000 τόνους (27% λιγότερο από πέρυσι, που ήταν πολύ κοντά στο έτος ρεκόρ 2019/2020). Η χαμηλότερη διαθεσιμότητα από την ΕΕ θα μπορούσε επίσης να οδηγήσει σε αυξημένες εισαγωγές, κυρίως από την Τυνησία, Τουρκία και αλλού, οι οποίες παρουσίασαν αυξημένη παραγωγή. Επομένως, θα μπορούσαν να φτάσουν τους 200.000 τόνους. Τα τελικά αποθέματα εκτιμάται ότι θα μπορούσαν να προσεγγίσουν τους 280.000 τόνους.
Ακολουθούν τα αντίστοιχα διαγράμματα:
(Α) Παραγωγή ελαιολάδου στις κύριες παραγωγικές χώρες της Ευρώπης (1000τ.)
Ισπανία, Ιταλία, Ελλάδα, Πορτογαλλία
από το 2014 ως σήμερα
(Β) Παραγωγή, κατανάλωση, εμπόριο (εξαγωγές-εισαγωγές) και αποθέματα ελαιολάδου στην Ευρώπη (1000τ.) από το 2010 ως σήμερα.
Πηγή διαγραμμάτων: Ευρωπαϊκή Γενική Διεύθυνση Γεωργικής και Αγροτικής Ανάπτυξης βασισμένη στη Eurostat & MS notifications
Πηγή άρθρου: oleorevista και European Commission olivenews .gr