Σε μια ολιστική ανασκόπηση της επιστημονικής βιβλιογραφίας πάνω στο συγκεκριμένο πεδίο, οι ερευνητές Robert Finger, Niklas Möhring και Per Kudsk, του Ομοσπονδιακού Ινστιτούτου Τεχνολογίας της Ζυρίχης, του ολλανδικού Πανεπιστημίου του Βαγκενίνγκεν και του δανέζικου Πανεπιστημίου του Άαρχους αντίστοιχα, συγκέντρωσαν δεδομένα από 19 μελέτες που δημοσιεύθηκαν έως το 2022. Όπως συμπέραναν, με βάση τα υπάρχοντα στοιχεία, μια πιθανή απαγόρευση της γλυφοσάτης, δηλαδή του πιο ευρέως χρησιμοποιούμενου φυτοφαρμάκου στην Ευρώπη, θα σηματοδοτούσε σημαντικές οικονομικές επιπτώσεις για την ευρωπαϊκή γεωργία. Η έρευνά τους δημοσιεύθηκε στο ακαδημαϊκό περιοδικό Communications Earth & Environment.

Βασικό σημείο εκκίνησης για την αξιολόγηση των οικονομικών επιπτώσεων της απαγόρευσης της γλυφοσάτης είναι ότι, σήμερα, η δραστική ουσία χρησιμοποιείται κάθε χρόνο στο 30% των ετήσιων καλλιεργειών και στο 50% των πολυετών δενδροκαλλιεργητικών συστημάτων -όπως ελαιώνες, αμπελώνες και οπωρώνες- στην Ευρώπη. Βάσει των µελετών που έχουν αξιολογηθεί από εµπειρογνώµονες, οι εκτιμώμενες οικονομικές απώλειες καλύπτουν μεγάλο εύρος, κυμαινόμενες από 0,3 ευρώ ανά στρέμμα στο ενσίρωμα καλαμποκιού έως και 55,3 ευρώ ανά στρέμμα στην αμπελοκαλλιέργεια.

Μπορεί σε απόλυτες τιμές (σ.σ. ευρώ/στρέμμα) οι πιθανές απώλειες να είναι μεγαλύτερες για τις πολυετείς καλλιέργειες υψηλής αξίας, όπως τα φρούτα και τα αμπέλια, ωστόσο η ζημιά στις πολυετείς και τις αροτραίες καλλιέργειες είναι παραπλήσια, εάν εκφραστεί σε ποσοστό των κερδών ανά στρέμμα.

Στην Ελλάδα το μεγαλύτερο ποσοστό πωλήσεων ζιζανιοκτόνων γλυφοσάτης

Παρότι επί του παρόντος δεν υπάρχουν αξιολογήσεις για τις οικονομικές επιπτώσεις μιας πιθανής απαγόρευσης της γλυφοσάτης για τις περισσότερες χώρες και τα γεωργικά συστήματα, κάποια κράτη-μέλη εξαρτώνται περισσότερο από τη χρήση της δραστικής ουσίας.

Η λογική λέει ότι αυτά θα αντιμετωπίσουν μεγαλύτερες απώλειες στην προσπάθεια να απεμπλακούν καθολικά από αυτήν και να στραφούν μαζικά σε εναλλακτικές λύσεις που μπορεί να επηρεάσουν την παραγωγικότητά τους. Οι αποκλίσεις σε ό,τι αφορά τον βαθμό που θα επηρεαστούν οι κατά τόπους παραγωγές από μια τέτοια απόφαση αναμένεται να είναι έντονες, καθώς η χρήση της γλυφοσάτης διαφέρει σε μεγάλο βαθμό μεταξύ των χωρών και των συστημάτων καλλιέργειας σε όλη την Ευρώπη. Ενδεικτικά, το μερίδιο της γλυφοσάτης (δηλαδή προϊόντων με κύριο δραστικό συστατικό τη γλυφοσάτη) μεταξύ των συνολικών εθνικών πωλήσεων ζιζανιοκτόνων το 2017 κυμάνθηκε από 20% στη Λιθουανία έως 78% στην Ελλάδα, μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών.

Πιο αναλυτικά, η γλυφοσάτη αντιπροσώπευε περισσότερες από τις μισές πωλήσεις ζιζανιοκτόνων που αποτελούνται από μείγματα δραστικών ουσιών σε έξι χώρες (Εσθονία, Φινλανδία, Ελλάδα, Ιταλία, Νορβηγία και Πορτογαλία), το 20% έως και το 50% σε 17 χώρες (Αυστρία, Βέλγιο, Κροατία, Τσεχία, Δανία, Γαλλία, Γερμανία, Ουγγαρία, Λετονία, Λιθουανία, Ολλανδία, Πολωνία, Σλοβενία, Ισπανία, Σουηδία, Ελβετία και Ηνωμένο Βασίλειο) και λιγότερο από 20% σε μία χώρα (Τουρκία). Συνολικά, η γλυφοσάτη αντιπροσώπευε το 33% επί των συνολικών πωλήσεων ζιζανιοκτόνων σε επίπεδο ΕΕ28+3 το 2017.

Τέτοιες μεγάλες αποκλίσεις στη διάδοση της χρήσης της γλυφοσάτης ανά τις χώρες οφείλονται μεταξύ άλλων στις διαφορές στα συστήματα καλλιέργειας, στις διαφορετικές κλιματολογικές συνθήκες, καθώς και στις εκάστοτε εθνικές νομοθετικές διατάξεις που διέπουν τη χρήση της αμφιλεγόμενης δραστικής ουσίας. Παρ’ όλα αυτά, ακόμα και για τις περιοχές που επί του παρόντος δεν έχει επικρατήσει η χρήση της γλυφοσάτης, η απαγόρευση μπορεί να έχει και οικονομικές επιπτώσεις, π.χ. λόγω απώλειας αξίας επιλογής για μελλοντική χρήση.

ypaithros.gr